Εικονογράφηση: Μαιρηλία Φωτιάδου, Ελληνοεκδοτική, Αθήνα 2018
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα
κι αξιόλογα βιβλία γνώσης που μας έδωσε το 2018 ήταν Η μπαλάντα της Ζηνοβίας
της Ελένης Σβορώνου. Ένα ιστορικό αφήγημα που καταπιάνεται με τη θρυλική
Παλμύρα της Συρίας, και, φυσικά, με την παράτολμη κι αποφασισμένη να υψώσει το
ανάστημά της στους ισχυρούς της εποχής της βασίλισσα της πόλης κατά τον 3ο μ.Χ.
αιώνα, την περίφημη Ζηνοβία, που χαρίζει και το όνομά της στον τίτλο του βιβλίου.
Η Παλμύρα λοιπόν, πόλη πλούσια
κι ευτυχισμένη, μια όαση στη μέση της ερήμου. Σταυροδρόμι εμπόρων, θρησκειών
και πολιτισμών. Σημείο ισορροπίας ανάμεσα σε δυο μεγάλες αυτοκρατορίες: την Περσική
και τη Ρωμαϊκή. Κι η Ζηνοβία, μια γυναίκα με βεδουίνικο αίμα αλλά πολύγλωσση και
ευρυμαθής, θαυμάστρια του Λογγίνου, του Παύλου από τα Σαμόσατα και του Μάνη, γοητευτική
μα και δυναμική, ονειροπόλα και παράτολμη. Η ανάρρησή της στον θρόνο του
δολοφονημένου άντρα της Οδαίναθου θα σημαδέψει ανεξίτηλα την ιστορία της πόλης,
αφού θα την οδηγήσει σε ευθεία σύγκρουση με την κλυδωνιζόμενη από προβλήματα Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία και στην τελική υποδούλωσή της σε αυτή.
Το έργο με το οποίο
καταπιάνεται η συγγραφέας του βιβλίου δεν είναι καθόλου εύκολο, καθώς επιχειρεί
να ισορροπήσει ανάμεσα στην ιστορική αλήθεια και στη λογοτεχνική αφήγηση,
ανάμεσα στην πραγματολογική συνέπεια και στη φαντασία. Και το κατορθώνει, από
τη μια στηριζόμενη σε πηγές που παραθέτει στη βιβλιογραφία στο τέλος του
βιβλίου, μετά το κατατοπιστικό της Χρονολόγιο και το Γλωσσάρι, αλλά εύστοχα
επισημαίνοντας από την άλλη στο Επίμετρό της ότι δε δίστασε να «πειράξει», όπως
χαρακτηριστικά λέει, την ιστορία, χαρίζοντας στους αναγνώστες της όχι ένα
ιστορικό βιβλίο αλλά ένα αφήγημα-έναυσμα για περαιτέρω γνώση και αναζήτηση. Ένα
αφήγημα που διατρέχεται σε κάθε του σελίδα από μια αύρα παραμυθιού και θρύλου, νοσταλγικού
λυρισμού κι αισθαντικότητας, καθώς οι πλούσιες περιγραφές κι οι αβίαστα
ενσωματωμένες στη ροή της αφήγησης ιστορικές πληροφορίες μάς ταξιδεύουν σε μια
πόλη και σε μιαν εποχή που φαντάζει στα μάτια μας σχεδόν ιδεατή, πέρα από τα
εγκόσμια, παραμυθένια.
Αλλά κι όταν, αφού μας
συστήσει την πόλη, η συγγραφέας μάς γνωρίζει την πρωταγωνίστριά της, τη Ζηνοβία,
επιστρατεύει ένα εξαιρετικά γοητευτικό αφηγηματικό εύρημα που απελευθερώνει την
ηρωίδα της από το ασφυκτικό ιστορικό πλαίσιο, προσθέτοντας στην αρχικά αδρή της
εικόνα ενδιαφέρουσες χαρακτηρολογικές πτυχές: Τη βάζει να συνομιλεί επανειλημμένα
με την από καιρό νεκρή Κλεοπάτρα της Αιγύπτου, ίνδαλμα και κινητήρια δύναμη,
καταπώς φαίνεται, για τη φιλόδοξη βασίλισσα της Παλμύρας. Και στο τέλος της ιστορίας
της όμως, όταν η Ζηνοβία ηττάται από τους Ρωμαίους κι η ίδια με τον γιο της πέφτουν
στα χέρια τους, στο κείμενο της Σβορώνου είναι ο θρύλος της αυτός που
επιβάλλεται ως στάση απέναντι στις έτσι κι αλλιώς πολλές εκδοχές της ιστορικής
αλήθειας γύρω από την τύχη της ηγέτιδας της Παλμύρας. Και πώς θα μπορούσε να
συμβεί διαφορετικά σ’ ένα βιβλίο που κουβαλάει στον τίτλο του τη λέξη «μπαλάντα»,
καθώς από ατόφιο υλικό θρύλων είναι φτιαγμένο το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος;
Κάπως έτσι φτάνει στο τέλος
του αυτό το πανέμορφο ταξίδι σ’ ένα μάλλον αγνοημένο από τα σχολικά μας βιβλία
παρελθόν, διανθισμένο από την ατμοσφαιρική και σε ορισμένα σημεία ευφάνταστη
ασπρόμαυρη εικονογράφηση της Μαιρηλίας Φωτιάδου. Και με τα «αν» και τα «γιατί»
που αφήνει μετέωρα να κρατούν διάπλατα ανοιχτή την πόρτα όχι μονάχα της περαιτέρω
ιστορικής μελέτης, αλλά και της αναγνωστικής φαντασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου