Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ελληνικά Γράμματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ελληνικά Γράμματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Η μοναξιά της εξουσίας, του πλούτου και του τρόμου

  • Ζωή Βαλάση, Το ψηλότερο μπαλκόνι του κόσμου, εικονογράφηση Πέτρος Ζαμπέλης, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006

  • Ευγένιος Τριβιζάς, Οι χελώνες του βαρώνου, εικονογράφηση Ναταλία Καπατσούλια, Καλέντης, Αθήνα 2002

  • Thomas Docherty, Big Scary Monster, Templar Publishing 2009

  •  

Πριν από λίγο καιρό έγραφα σε μια ανάρτηση για τη μοναξιά της διαφορετικότητας, για τη σκληρότητα με την οποία συχνά κοινωνικά κυρίαρχες ομάδες αντιμετωπίζουν τον αδύναμο, τον ξένο, αυτόν που κουβαλάει διαφορετικές νοοτροπίες κι αντιλήψεις. Μόνο που στη μοναξιά φτάνει κανείς κι από άλλους δρόμους, εκούσια ή ακούσια. Η αλαζονεία, η φιλαργυρία, η τρομοκράτηση των άλλων αποτελούν ιδανικές ατραπούς προς αυτή την κατεύθυνση. Οι ήρωες των τριών βιβλίων που παρουσιάζω είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, όπως κι ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζονται τις ιστορίες τους οι συγγραφείς τους. 
 

Η μοναξιά και η αλαζονεία της εξουσίας: Ζωή Βαλάση, Το ψηλότερο μπαλκόνι του κόσμου (από 4 ετών)

 
Η ιστορία ενός ανόητου άρχοντα, ανίκανου, άχρηστου, τεμπέλη και πλεονέκτη, που αποφασίζει να φτιάξει τον ψηλότερο πύργο με το ψηλότερο μπαλκόνι του κόσμου. Αφού ρημάζει το σύμπαν γύρω του, γκρεμίζοντας σπίτια και ξεριζώνοντας δέντρα, βάζοντας έναν ανθρώπινο στρατό να χτίσει την υψηλή του κατοικία, όταν τη βλέπει τελειωμένη, αποφασίζει να ανέβει μαζί με τους αυλικούς του στο ψηλότερο μπαλκόνι της για να εποπτεύσει άνωθεν τον κόσμο. Κι ενώ κάτω χαμηλά έχει αρχίσει το γλέντι και το τσιμπούσι απ' τους υπηκόους του, σκαλί σκαλί αρχίζουν να σημειώνονται οι πρώτες αποσχιστικές τάσεις στην ακολουθία του. Ο άρχοντας βέβαια συνεχίζει απτόητος την άνοδο, σαρώνοντας στο πέρασμά του όποιο πλάσμα τού φαίνεται πως μπορεί να ανηφορίσει με μεγαλύτερη ευκολία από αυτόν. Όταν φτάνει επιτέλους στο μπαλκόνι του, ξέπνοος και τσακισμένος απ' την κούραση, συνειδητοποιεί ότι έχει απομείνει μόνος. Όλοι οι σύμβουλοι κι οι λογογράφοι του έχουν ξεμείνει εξαντλημένοι στα μισά του δρόμου, κι όσο για το ακροατήριό του, είναι τόσο χαμηλά, κάτω στην αυλή του πύργου, που δεν τον ακούει. Μόνος, πεινασμένος κι εξοργισμένος, θα δεχτεί το τελειωτικό χτύπημα από ένα χελιδόνι που έχει φτιάξει τη φωλιά του πάνω απ' το ψηλό μπαλκόνι του, που στέκεται δηλαδή πιο ψηλά από τον ίδιο.
 
Η αλαζονεία κι η μοναξιά της εξουσίας σε όλο της το μεγαλείο. Ένας απόλυτος μονάρχης, αυταρχικός, βάναυσος, μεγαλομανής. Κληρονομικώ δικαιώματι φυσικά: κανείς δεν τον επέλεξε για το μυαλό του, για τις ικανότητές του, για τα ταλέντα του. Μόνο που, όσο αυτός βουλιάζει στην κρίση μεγαλείου που τον οδηγεί σε έργα εντυπωσιοθηρικής παραφροσύνης, ξεμακραίνει κι από τον κόσμο γύρω του, χάνει επαφή -όποια επαφή μπορούσε να έχει τέλος πάντων- με το λαό του, ακόμα και με τους αυλικούς του, κι όχι μονάχα βυθίζεται στην πιο σκληρή μοναξιά, αλλά στο φινάλε συνειδητοποιεί και το μάταιο του εγχειρήματός του. Δίκαιη τιμωρία, θα πείτε. Μάλλον. Όταν η ανοησία, η εξουσιομανία και ο ανθρώπινος παραλογισμός φτάνουν στο μη περαιτέρω, δεν έχεις και πολλούς λόγους να μην αισθανθείς ικανοποίηση για το πάθημα ενός τέτοιου δυνάστη.
 
Το βιβλίο της Βαλάση, με την εικονογράφηση του Πέτρου Ζαμπέλη να μας ταξιδεύει στη μακρινή εποχή του παραμυθιού στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία της, έφτασε στα χέρια μας από κάποιο ξαδερφάκι που πια μεγάλωσε. Πλέον είναι εξαντλημένο. Το κλείσιμο των Ελληνικών Γραμμάτων φαίνεται πως πήρε μαζί του το Ψηλότερο μπαλκόνι. Όπως κι ένα σωρό άλλα βιβλία. Θα μου πείτε: Τι νόημα έχει να μας μιλάς για εξαντλημένα βιβλία, που δεν μπορούμε να βρούμε πουθενά; Δεν ξέρω, μάλλον είναι η επιθυμία μου να αντισταθώ με τις μικρές μου δυνάμεις στη φθορά του χρόνου και στη λήθη, που συχνά είναι τόσο αχάριστες κι οι δυο απέναντι στο μόχθο του συγγραφέα.   

 

Η μοναξιά κι η ματαιότητα του πλούτου: Ευγένιος Τριβιζάς, Οι χελώνες του βαρώνου (από 4 ετών)

 
Ο βαρώνος του Τριβιζά είναι βαθύπλουτος, γι' αυτό και απέραντα δυστυχής. Η δυστυχία του απορρέει από το φόβο που του προξενεί το ενδεχόμενο να τον ληστέψουν ή να τον εξαπατήσουν. Τα βράδια δεν κοιμάται από τους εφιάλτες. Ακόμα κι όταν μετατρέπει τον πύργο του σε απόρθητο φρούριο, η υποψία ότι φίλοι, συγγενείς και υπηρέτες μπορεί να μηχανορραφούν σε βάρος του τον κάνει να διώξει από κοντά του τους πάντες. Ύστερα τα βάζει με τα συστήματα ασφαλείας, που μπορεί να αποδειχτούν ανεπαρκή, κι έτσι κλειδαμπαρώνει τα πλούτη του στο ανθεκτικότερο και μεγαλύτερο χρηματοκιβώτιο του κόσμου. Αλλά και πάλι, η σκέψη και μόνο ότι οι ύπουλοι κακοποιοί που τον επιβουλεύονται μπορεί να αναγκάσουν τον ίδιο να τους παραδώσει τους θησαυρούς του τον κάνει να κλειστεί κι αυτός στο χρηματοκιβώτιο. Περνάνε έτσι τα χρόνια μες στη μοναξιά και την αγωνία, κι όταν μια Πρωτοχρονιά ένας διαρρήκτης κατορθώνει να παραβιάσει το χρηματοκιβώτιο, βλέποντας το ταλαιπωρημένο πρόσωπο του βαρώνου, αισθάνεται λύπη και συμπάθεια γι' αυτό το βασανισμένο άνθρωπο. Ο εγκλεισμός του βαρώνου τού θυμίζει τη δική του κράτηση στη φυλακή. Γίνονται φίλοι, το ρίχνουν στο παιχνίδι, στο τέλος ο βαρώνος τού χαρίζει κάμποσα από τα πλούτη του. Η φυγή του διαρρήκτη  πλημμυρίζει το βαρώνο με απέραντη μοναξιά κι έτσι αποφασίζει να αφήσει το χρηματοκιβώτιο και, σημαίνοντας προσκλητήριο με τους συναγερμούς του, να ανοίξει το σπίτι του σε όλο τον κόσμο.
 
Η προσέγγιση του Τριβιζά είναι πιο αισιόδοξη από εκείνη της Βαλάση, αφού ο ήρωάς του αντιλαμβάνεται, πάντοτε στα μέτρα και με τον τρόπο που υπαγορεύει ο παράδοξος κόσμος που χτίζει ο συγγραφέας, το μάταιο και οδυνηρό του εγκλεισμού και της μοναξιάς του. Η μεταστροφή του παίρνει αρκετό χρόνο -μια δεκαετία- να σημειωθεί και αφορμή της γίνεται η επίσκεψη του διαρρήκτη. Αφενός αποδεικνύοντας το μάταιο κάθε μέτρου ασφαλείας, αφετέρου επιβεβαιώνοντας στο βαρώνο, έναν άνθρωπο ταλαιπωρημένο, μόνο, αποστεωμένο από τη μακρά περίοδο του εγκλεισμού, ότι είναι ώρα να κάνει το μεγάλο βήμα διώχνοντας φόβους, αγωνίες, ανασφάλειες. Επιτέλους ζώντας. Ο διαρρήκτης, από την άλλη, μπορεί να βγάζει ένα ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά αποκομίζει και κάποια κέρδη από το βαρώνο, όχι κλέβοντάς τον, αλλά δεχόμενος πρόθυμα τα δώρα του, ως αντάλλαγμα για τη χαρά της ανθρώπινης επαφής που του πρόσφερε. Με αυτό τον τρόπο, όλοι στο φινάλε είναι ευτυχισμένοι, πάνω απ' όλους εμείς για τη χαρά της αναγνωστικής απόλαυσης, που συνοδεύεται ιδανικά από τη γεμάτη κέφι κι αισιοδοξία πολύχρωμη εικονογράφηση της Ναταλίας Καπατσούλια.
 
 
Η μοναξιά και η απρόβλεπτη μεταστροφή του τρόμου: Thomas Docherty, Big Scary Monster (από 3 ετών)
 
Το μεγάλο τρομακτικό τέρας στέκεται στην κορυφή ενός βουνού και, εκμεταλλευόμενο το μέγεθος και την αποκρουστική του όψη, τρομάζει οτιδήποτε κινείται γύρω του. Με τον καιρό, οι υπόλοιποι κάτοικοι του βουνού αρχίζουν να του κρύβονται, κι όταν η πλήξη του γίνεται αφόρητη, στρέφει το βλέμμα του κάτω στην κοιλάδα. Βλέποντας από μακριά ένα πλήθος από μικροσκοπικά ζωάκια, αρχίζει να κατηφορίζει το βουνό με στόχο να τα κατατρομοκρατήσει κι αυτά. Μόνο που, καθώς τα πλησιάζει, πανικόβλητο συνειδητοποιεί πως ό,τι από μακριά φάνταζε μικροσκοπικό από κοντά είναι τεράστιο και κατ΄επέκταση τρομακτικό. Το κυριεύει ο φόβος και το βάζει στα πόδια. Φτάνοντας όμως στα παλιά του λημέρια, ανακαλύπτει πως έχει απομείνει ολομόναχο και βάζει τα κλάματα. Η έκπληξη που του επιφυλάσσουν τα ζωάκια του βουνού επιφέρει τη ριζική μεταστροφή του.
 
Το τέρας του βουνού δεν είναι εγγενώς κακό, απλώς το παράταιρο μέγεθός του και η αποκρουστική του όψη έχουν γεννήσει μέσα του την εντύπωση ότι ο τρόμος είναι ο ασφαλέστερος τρόπος επιβολής και κατ' επέκταση αποδοχής. Το γεγονός άλλωστε ότι απλώς τρομάζει τους άλλους χωρίς να ασκεί πραγματική βία υποδηλώνει την ισχυρή του ανασφάλεια, τη χαμηλή του αυτοεκτίμηση και την αδυναμία του να βρει έναν εναλλακτικό κώδικα επικοινωνίας. Ακόμα και η κάθοδός του από το βουνό δεν υπαγορεύεται από καταστροφική διάθεση, αλλά από την επιθυμία του να θεραπεύσει τη μοναξιά και την πλήξη του, αλλά και από τη σιγουριά του ότι και πάλι θα έχει να κάνει με πλάσματα πολύ μικρότερα και πιο αδύναμα από το ίδιο. Η ανατροπή των ισορροπιών προκύπτει από την ανατροπή των συσχετισμών σε ό,τι αφορά το μέγεθος: Ο τρόμος γίνεται παιχνίδι στα χέρια κάποιου άλλου, ο οποίος από μακριά φάνταζε μικροσκοπικός κι αδύναμος, και το τέρας μας νιώθει στο πετσί του πώς είναι να γίνεσαι έρμαιο των επιθυμιών πλασμάτων πιο ισχυρών από σένα. Το τέλος της ιστορίας είναι αισιόδοξο και γεμάτο ελπίδα, αφήνοντάς μας να καταλάβουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ο φαινομενικά κακός είναι καλύτερος απ' ό,τι δείχνει, χρειάζεται όμως κι ένα νεύμα αποδοχής για να δείξει την καλή του πλευρά.
 
Το βιβλίο δεν κυκλοφορεί στα ελληνικά. Το κείμενό του βέβαια είναι τόσο απλό ώστε το καθιστά εύκολα μεταφράσιμο. Προσωπικά, δε θα με πείραζε να βλέπω συχνότερα τέτοια βιβλία στην ελληνική αγορά - κι ας έμενε άστεγη μια κάποια πριγκίπισσα ή νεράιδα απ' τις πολλές που κατακλύζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων μας.