Εικονογράφηση: Βανέσσα Ιωάννου, Ελληνοεκδοτική, Αθήνα 2014
Έγραφα την περασμένη εβδομάδα για την Birgitta Sif και τον ήρωα του πρώτου
της βιβλίου, τον Όλιβερ, ένα εσωστρεφές αγόρι που αγνοεί πως κάπου μες στην
πολύβουη πόλη που περιφέρει τη μοναξιά του υπάρχει κι ένα άλλο παιδί που
εκτελεί τις ίδιες παράλληλες μοναχικές διαδρομές με αυτόν. Κι αναπόφευκτα μου
ήρθαν στο μυαλό τα δυο βοτσαλάκια του τελευταίου βιβλίου της Λίνας Μουσιώνη, το
ένα μαύρο και τ’ άλλο άσπρο, που, αν και κάτοικοι της ίδιας πολύβουης παραλίας,
θ’ αργήσουν πολύ να γνωριστούν μεταξύ τους και ν’ αλλάξουν τις πρώτες τους κουβέντες.
Οι συγκυρίες θα γίνουν αιτία να μοιραστούν μια μεγάλη θαλασσινή περιπέτεια που
θα σφραγίσει τη φιλία τους. Πολύ αλλιώτικα μεταξύ τους, με διαφορετικές
καταγωγές, άλλες αναφορές, διαμετρικά αντίθετες οπτικές, θα διαβάσουν αλλιώτικα
τις κοινές τους εμπειρίες, ωστόσο μέσα από τη συνύπαρξή τους θα πετύχουν να
συνθέσουν έναν ολωσδιόλου δικό τους τρόπο ανάγνωσης του κόσμου, εφευρίσκοντας
κοινούς κώδικες επικοινωνίας που ξεπερνούν τις συμβάσεις και μετασχηματίζοντας
την πραγματικότητα μέσα από την υπερβατική ματιά των συναισθημάτων. Ακόμα κι
όταν χωριστούν αναγκαστικά, η επιθυμία τους για επικοινωνία θα επιστρατεύσει
κάθε δυνατό κι αδύνατο μέσο –υλικά απ’ τον παραμυθένιο αλλά κι απ’ τον απτό
κόσμο, ιδωμένο μέσα απ’ το φίλτρο της ποίησης και του ονείρου– για να αποκαταστήσει
τη χαμένη επαφή.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που τα δυο βοτσαλάκια της υπερβαίνουν τη λογική
και αλλάζουν τη χρήση των υλικών του κόσμου για να μπορέσουν να επικοινωνήσουν
μεταξύ τους, έτσι και η συγγραφέας μετασχηματίζει ποιητικά τα υλικά της πραγματικότητας
για να μετατρέψει μια συνηθισμένη παραλία σε μαγικό τοπίο, με ανέμους που
ταξιδεύουν παιχνιδιάρικα ανάμεσα στους ανθρώπους, ψάθες-μαγικά χαλιά, φεγγαρακτίνες-τηλέγραφους,
συναισθηματικές μπουρούδες, χρώματα και μυρωδιές που πάνε κι έρχονται μαζί με τις
εποχές, τους ανθρώπους και τις διαθέσεις, προσδίδοντας μάλιστα στα άψυχα ένα
συναισθηματικό βάθος και βάρος που λειτουργεί αντιστικτικά προς τις περαστικές,
εφήμερες επιθυμίες των ανθρώπων που διασταυρώνονται μαζί τους, σ’ ένα κείμενο όπου
η φαντασία ισορροπεί αρμονικά με την ανάλαφρη, κάποτε χιουμοριστική και αέναα αισιόδοξη
διάθεση που ταιριάζει στο παιχνίδι δυο μικρών παιδιών.
Κι αν η υπερβατική ματιά μεταλλάσσει τον κόσμο σ’ ένα φιλόξενο μέρος που
γεννά και, κυρίως, συντηρεί αυτή τη φιλία, η τέχνη είναι εκείνη που τελικά θα
τη διαιωνίσει. Η τέχνη όχι ως κάτι γενικόλογο και αφηρημένο, αλλά ως δημιούργημα
ενός ανθρώπου που, σαν τα δυο πολύπαθα, πολυταξιδεμένα βοτσαλάκια, πρόλαβε να
γυρίσει τον κόσμο, να συλλέξει εμπειρίες κι αναμνήσεις, αισθήματα κι
όνειρα και να τα αποθέσει όλα σε ένα έργο των χεριών του βασισμένο στην αρμονία
των αντιθέτων. Με το άσπρο και το μαύρο για μιαν ακόμα φορά στον πυρήνα του, να
σου κλείνουν πονηρά το μάτι θυμίζοντάς σου εκείνο τον τόσο διαφορετικό κι
ωστόσο τόσο χαρακτηριστικά ασπρόμαυρο ζωγράφο.
Η εξαιρετική εικονογράφηση της Βανέσσας Ιωάννου δένει μοναδικά με το
κείμενο, κατορθώνοντας σε ορισμένα σημεία να πάει ακόμα παραπέρα την ατμοσφαιρική διάθεσή του. Μια πανέμορφη ιστορία, όχι μονάχα για τη φιλία,
αλλά και για το πέρασμα του χρόνου, την ομορφιά των μικρών πραγμάτων, τις πολλαπλές
κι όχι πάντα ορατές διαστάσεις της πραγματικότητας. Ένα βιβλίο αισιόδοξο,
ανθρώπινο και μαζί μαγικό, απ’ αυτά για τα οποία ό,τι κι αν πεις δε θα
έχει κατορθώσει να χωρέσει, ή έστω να περιγράψει επαρκώς, την ευφορία που σου
γέννησε η ανάγνωσή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου