Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Τζον Μπόιν, Μείνε εκεί που είσαι και μετά φύγε

Μετάφραση: Πετρούλα Γαβριηλίδου, Εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα 2014

 
 
Όταν ο Άλφι Σάμερφιλντ κλείνει τα πέντε του χρόνια, ο πατέρας του φεύγει για να πολεμήσει στον Πρώτο Μεγάλο Πόλεμο του 20ού αιώνα. Ο μικρός, ωριμάζοντας απότομα μέσα σε μια δύσκολη κοινωνική και οικογενειακή πραγματικότητα, θα βρεθεί στο διάβα του χρόνου να δουλεύει κρυφά από τη μητέρα του ως λούστρος στον σιδηροδρομικό σταθμό του Κινγκς Κρος στο Λονδίνο. Κι όταν τα ίχνη του πατέρα του χαθούν ανεξήγητα, μια δέσμη χαρτιά που πέφτει τυχαία στο πάτωμα του σταθμού από έναν στρατιωτικό γιατρό θα τον οδηγήσει σε ένα εφιαλτικό όσο κι αποκαλυπτικό ταξίδι στο αλλόκοτο μέρος όπου ο πατέρας του εκτελεί τη «μυστική αποστολή του».

Ύστερα από το συγκλονιστικό Αγόρι με τη ριγέ πιτζάμα, στο οποίο ο Τζον Μπόιν ανέδειξε όλη τη φρίκη και τον παραλογισμό των ναζιστικών στρατοπέδων εξόντωσης, ο συγγραφέας στο βιβλίο του αυτό επιλέγει να ταξιδέψει τους αναγνώστες του στη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα, ανιχνεύοντας μέσα από την οπτική ενός μικρού παιδιού μια από τις λιγότερο γνωστές πτυχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τις συνέπειες που επέφεραν στο νευρικό σύστημα των στρατιωτών οι συνεχείς βομβαρδισμοί. Παράλληλα με το κομβικό αυτό θέμα, μέσα από την καθημερινότητα του Άλφι, διαφαίνονται οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στη διάρκεια του πολέμου, ο κοινωνικός στιγματισμός «ύποπτων ξένων» και αντιρρησιών συνείδησης, ο διαφορετικός τρόπος αντιμετώπισης του πολέμου από εκπροσώπους διαφορετικών κοινωνικών τάξεων, η διαρκής αγωνία για την τύχη συγγενών, γειτόνων και φίλων που βρίσκονται στο μέτωπο. Ακόμα κι αν προς στιγμήν η αναφορά σε πρόσωπα και καταστάσεις σε κάνει να υποπτευθείς ότι ο συγγραφέας, περαστικός ων από αυτά, υποπίπτει στην περιπτωσιολογία, ωστόσο τα πάντα μέσα στο Μείνε εκεί που είσαι και μετά φύγε είναι τόσο λίγο τυχαία όσο κι οι τίτλοι των κεφαλαίων του – που παραπέμπουν όλοι σε τραγούδια τα οποία λέγονταν στην Αγγλία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κι αυτή είναι η μαγεία του συγκεκριμένου βιβλίου – το ότι ο Μπόιν με τρόπο αβίαστο και χαλαρό στήνει μια πλοκή όπου κάθε πρόσωπο, κάθε φαινομενικά τυχαίο συμβάν αποδεικνύεται κομβικό για την υπόθεση. Θα σταθώ εδώ μόνο στην επιλογή του σταθμού του Κινγκς Κρος ως χώρου εργασίας του ήρωα – μια επιλογή που όχι μόνο του επιτρέπει να μάθει για την τύχη του πατέρα του και να τον προσεγγίσει με σχετική ευκολία, αλλά αποδεικνύεται καταλυτικής σημασίας και για τη λύση της πλοκής.

Το ξαναντάμωμα του αναγνώστη με αρκετά από τα πρόσωπα της ιστορίας στο τέλος της, το οποίο σε πρώτη ανάγνωση δεν απέχει από αυτό που θα λέγαμε ευτυχές, τον φέρνει αντιμέτωπο με τη γλυκόπικρη διαπίστωση ότι η ζωή ύστερα από έναν πόλεμο, είτε  ξαναβρεί κάποιους απ’ τους παλιούς ρυθμούς είτε ανακαλύψει καινούριους δρόμους, είτε φέρει στην επιφάνεια νέες προσωπικές αλήθειες είτε φωτίσει κάτω από άλλο πρίσμα παλιά αισθήματα, πάντως ποτέ μα ποτέ δε θα είναι ίδια με πριν. Όπως ίδιοι δε θα είναι κι οι άνθρωποι κι ο κόσμος που τους περιβάλλει. Και μόνο γι’ αυτό, το Μείνε εκεί που είσαι και μετά φύγε αξίζει να διαβαστεί όχι μονάχα από μικρούς αλλά κι από μεγάλους.

 

Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Oliver Jeffers, Πιγκουίνος χάθηκε πιγκουίνος βρέθηκε


Απόδοση: Φίλιππος Μανδηλαράς, Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2014


 
Αυτό που λατρεύω στον Oliver Jeffers είναι η ικανότητά του να χτίζει κόσμους ολόκληρους με λίγα λόγια κι απλά· να παντρεύει το παράδοξο με το αυτονόητο και να μην τρέχει μία· να δίνει μια στον κόσμο των ενηλίκων χωρίς εξηγήσεις, διευκρινίσεις, περιττές κουβέντες, και να κρατάει μόνο τους απολύτως απαραίτητους χαρακτήρες, καληώρα ένα παιδί κι έναν πιγκουίνο, ικανούς να οργώσουν παρέα όλο τον κόσμο· κι ας μην έχουμε την παραμικρή ιδέα ποιοι είναι, πώς τους λένε, ποιους έχουν φίλους: ας είναι μονάχα ένα αγόρι κι ένας πιγκουίνος, μας είναι τόσο οικείοι ώστε νιώθουμε σαν να τους γνωρίζαμε από πάντα.


Το άλλο που λατρεύω στον Oliver Jeffers είναι η λιτότητα των γραμμών του – ένας κύκλος και μια γραμμούλα από κάτω για δεντράκι, ένα παιδικό πρόσωπο φτιαγμένο με τα βασικά υλικά, το απολύτως αναγκαίο σκηνικό πίσω από τα απολύτως αναγκαία πρόσωπα· κι ωστόσο, εκεί που έχεις βολευτεί στον λιτό κι απέριττο κόσμο του, να σου από το πουθενά μια σελίδα σαν κι αυτήν εδώ, που σε πετάει αυτοστιγμεί στη μεγαλύτερη θαλασσινή περιπέτεια της ζωής σου!
 
 

Για να κάνω μια σούμα, αυτό που λατρεύω στον Oliver Jeffers είναι που με λιγοστές απλές λέξεις κι άλλες τόσες γραμμές, άντε και μερικές πιο σύνθετες, χτίζει πλοκές, πλάθει χαρακτήρες, γεννάει ανατροπές προσδοκιών, αισθημάτων, λογικών. Θα το συνειδητοποιήσετε κι εσείς αν τύχει να διαβάσετε το Πιγκουίνος χάθηκε, πιγκουίνος βρέθηκε και δείτε πώς η αποκάλυψη της αληθινής επιθυμίας του χαμένου πιγκουίνου ακυρώνει διαμιάς τους λόγους και τα κίνητρα για ό,τι μέχρι εκείνη τη στιγμή έχουν ζήσει παρέα αυτός και ο φίλος του το αγόρι. Χωρίς να ακυρώνει πάντως κι όσα έχουν ζήσει. Γιατί, αλήθεια, πόσο άκυρο μπορεί να θεωρηθεί ένα ταξίδι γνωριμίας του κόσμου, του άλλου, του ίδιου σου του εαυτού, ανεξάρτητα από την προσδοκώμενη κατάληξή του; Και τι άλλο είναι στην ουσία ο Πιγκουίνος κι όλα ανεξαιρέτως τα βιβλία του Jeffers από συναρπαστικά ταξίδια αυτογνωσίας και μαζί επανανακάλυψης του κόσμου μέσα από μια νέα, απρόσμενη οπτική;


Περισσότερες εκδηλώσεις λατρείας για βιβλία που έχει γράψει και εικονογραφήσει ή απλώς εικονογραφήσει ο Oliver Jeffers