Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018

Ιωαννα Μπαμπέτα, Η πιο σημαντική νίκη του Αχιλλέα



 Εικόνες: Θέντα Μιμηλάκη, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2017



Αυτό που χαρακτηρίζει την ως τώρα συγγραφική διαδρομή της Ιωάννας Μπαμπέτα είναι η γεμάτη ενσυναίσθηση ματιά και το τρυφερό χιούμορ με τα οποία προσεγγίζει τα θέματά της. Θέματα αντλημένα κυρίως από την καθημερινότητα των παιδιών –το σπίτι, το σχολείο, τις σχέσεις με γονείς και φίλους–, αλλά και καθόλου ανώδυνα. Ιδωμένα χωρίς δραματικές εξάρσεις και δίχως να εκβιάζονται λύσεις, αλλά με μια διακριτική προσήλωση στη λεπτομέρεια, συχνά αποκαλυπτική παθογενειών της ελληνικής οικογένειας και κοινωνίας.

Στο τελευταίο της βιβλίο καταπιάνεται με ένα από τα μείζονα, κατά τη γνώμη μου, προβλήματα της ελληνικής οικογένειας: το εμμονικό κυνήγι της πρωτιάς. Πρωταγωνιστής ο μικρός Αχιλλέας, μαθημένος να είναι πρώτος σε όλα και με μια μαμά που φαίνεται να έχει ταυτίσει την πρωτιά σε σχολείο και εξωσχολικές δραστηριότητες με την επιτυχία –ή και την ευτυχία– στην ενήλικη ζωή του. Ώσπου στη ζωή του μικρού εμφανίζεται ο Λεωνίδας, ένα αγόρι εξίσου ταλαντούχο με κείνον. Και η πρωτιά πια παύει να είναι δεδομένη…

Καυτό θέμα, με τη συγγραφέα να στήνει έξυπνα την ιστορία της τοποθετώντας στο κέντρο τους δυο «αντιπάλους» – χαρίζοντας στον πρώτο το όνομα του πιο εκθαμβωτικού από τους μυθικούς ήρωες και στον δεύτερο εκείνο του Σπαρτιάτη βασιλιά που σφράγισε την αρχαιοελληνική ιστορία με την ανδρεία του. Ένα μυθολογικό κι ένα ιστορικό πρόσωπο λοιπόν: ασύμπτωτα μεγέθη, γι’ αυτό και μη συγκρίσιμα. Όπως μη συγκρίσιμοι είναι και δυο διαφορετικοί όσο και μοναδικοί άνθρωποι. Στην ιστορία εμφανίζεται κι ο κολλητός του Αχιλλέα, ο Πάτροκλος, που είναι κι ο αφηγητής. Δεν πρόκειται όμως για άνθρωπο, αλλά για σκύλο, αφού ο Αχιλλέας φίλους ανάμεσα στους συνομηλίκους του δεν έχει. Ενδιαφέρουσα και άκρως λειτουργική η επιλογή του Πάτροκλου ως αφηγητή, αφού, παρά τη δεδομένη λατρεία του για το αφεντικό του, διατηρεί μια αποστασιοποιημένη, γι’ αυτό και πιο αντικειμενική ματιά στα γεγονότα. Ενδιαφέρουσα και η παρουσία των υπόλοιπων, ενήλικων χαρακτήρων στην ιστορία, με τη συγγραφέα να αφήνει τον αναγνώστη να διακρίνει τις διαφορετικές –έστω και σε επίπεδο αποχρώσεων– στάσεις τους απέναντι στο παιδί μέσα από λιγοστές αν και καίριες κουβέντες τους ή σιωπές τους: η φιλόδοξη και πιεστική μαμά, ο υποχωρητικός και μάλλον άβουλος μπαμπάς, η στοργική γιαγιά, ο σκεπτικιστής παππούς. Η ελληνική οικογένεια σε μικρογραφία.

Τη λύση ωστόσο στο πρόβλημα δε θα τη δώσει κανένας από αυτούς. Το παιδί θα είναι εκείνο που κάποια στιγμή, αντιδρώντας στην πίεση, αφουγκραζόμενο τις δικές του συναισθηματικές ανάγκες, θα κάνει την υπέρβαση. Χωρίς εξάρσεις, χωρίς τίποτα φοβερά δράματα. Με τρόπο φυσικό, σαν την αβίαστη, ρέουσα αφήγηση, που κρατά τον αναγνώστη μέχρι τέλους, συνεπικουρούμενη από τις όμορφες εικόνες της Θέντας Μιμηλάκη, οι οποίες, συνδυάζοντας χρώμα και φωτογραφία, προεκτείνουν έξυπνα και ευρηματικά το κείμενο.


Δε θα πρωτοτυπήσω, νομίζω, αν προτρέψω κι εγώ, όπως κι άλλοι πριν από μένα, τους ενήλικες αναγνώστες να διαβάσουν και κείνοι μαζί με τα παιδιά τους την Πιο σημαντική νίκη του Αχιλλέα. Αξίζει πράγματι να το κάνουμε. Όχι μονάχα για να αντιληφθούμε τα τυχόν λάθη μας ως γονιών. Αλλά κι επειδή είμαι σίγουρη πως, αν σηκώσουμε το βλέμμα και κοιτάξουμε τριγύρω –ή ακόμα και στον ίδιο μας τον καθρέφτη–, όλο και κάποιον ενήλικο Αχιλλέα ή Λεωνίδα μπορεί να διακρίνουμε.       
 

 

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018

Κέιτ ΝτιΚαμίλο, Το σχέδιο της Ρέιμι



Μετάφραση: Αργυρώ Πιπίνη, Μεταίχμιο, Αθήνα 2017



Η δεκάχρονη Ρέιμι Κλαρκ περνά ένα δύσκολο καλοκαίρι στην Αμερική της δεκαετίας του '70: ο ασφαλιστής πατέρας της έχει εγκαταλείψει την ίδια και τη μητέρα της φεύγοντας με μια άλλη γυναίκα κι ο κόσμος του κοριτσιού καταρρέει. Στην προσπάθειά της να προσελκύσει το ενδιαφέρον του και να τον ξαναφέρει στην οικογενειακή εστία, η Ρέιμι βάζει στόχο να κερδίσει τον διαγωνισμό Νεαρή Μις Λάστιχα Κεντρικής Φλόριντα, γι’ αυτό και ξεκινά μαθήματα περιστροφής ραβδιού. Εκεί θα συναντήσει δυο από τις αντιπάλους της στον διαγωνισμό: την ασθενική Λουιζιάνα Ελεφάντε, κόρη των διάσημων Ιπτάμενων Ελεφάντε, και τη ζόρικη Μπέβερλι Ταπίνσκι, που δε σηκώνει μύγα στο σπαθί της. 

Βιώνοντας διαφορετικές μορφές απώλειας –η Ρέιμι, εκτός από τον πατέρα της, χάνει μια αγαπημένη γειτόνισσα αλλά και τον δάσκαλό της στη ναυαγοσωστική, η Μπέρβερλι έχει μια δύσκολη όσο και επώδυνη σχέση με τη μητέρα της, η ορφανή από γονείς και πάμφτωχη Λουιζιάνα ζει με τον μόνιμο φόβο ότι οι κοινωνικές υπηρεσίες θα την πάρουν από τη γιαγιά της–, τα τρία τόσο διαφορετικά κορίτσια θα γνωριστούν σιγά σιγά και μέσα από μια σειρά περιπετειών που θα σημαδέψουν ανεξίτηλα το καλοκαίρι τους, θα χτίσουν μια σχέση στενής φιλίας. Μιας φιλίας που θα κάνει τη Ρέιμι Κλαρκ να δει με άλλο μάτι τον κόσμο, έστω κι αν χρειαστεί να λοξοδρομήσει από το αρχικό της σχέδιο.

Η Κέιτ ΝτιΚαμίλο, σε τρίτο πρόσωπο, αφηγείται αθόρυβα και χωρίς εξάρσεις, μιλά με απλότητα για τα μεγάλα και τα δύσκολα, δεν εκβιάζει τις εξελίξεις κι ακολουθεί την κεντρική της ηρωίδα σε φαινομενικά σκόρπιες σκέψεις, αναμνήσεις κι ασύνδετα γεγονότα, τα οποία όμως κάποια στιγμή θα αποδειχτεί ότι διόλου τυχαία δεν αναφέρθηκαν. Ακόμα κι η πιο μικρή λεπτομέρεια, τοποθετημένη στη ροή της αφήγησης σε ανύποπτο χρόνο και θέση, έχει την ξεχωριστή της σημασία. Το ίδιο ισχύει και για τις μικρές περιπέτειες κλιμακούμενης δραματικής και συναισθηματικής έντασης των τριών κοριτσιών, που λειτουργούν ως πρελούδιο της μεγάλης, τελικής περιπέτειας, η οποία θα οδηγήσει στο συγκλονιστικό και άκρως συγκινητικό τέλος του μυθιστορήματός της.

Ένα τέλος τρυφερό όσο και απρόσμενο, αφού όλα μπαίνουν στη θέση τους με τρόπο εντελώς διαφορετικό από το αναμενόμενο. Η δικαιοσύνη αποδίδεται, η ελπίδα παραμένει ζωντανή, η ηρωίδα του βιβλίου, πιο ώριμη και κατασταλαγμένη, ατενίζει αλλιώς τον κόσμο, υπό το φως μιας φιλίας σφυρηλατημένης στα δύσκολα και γι’ αυτό ικανής να αντέξει για πάντα. 

Κλείνοντας, να αναφέρω ότι ο τίτλος του πρωτοτύπου, Raymie Nightingale εμπνευσμένος από την πρωτοπόρο της νοσηλευτικής Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ, πρότυπο της Ρέιμι έχει πολύ εύστοχα, κατά τη γνώμη μου, αντικατασταθεί στην ιδιαίτερα προσεγμένη ελληνική μετάφραση από Το σχέδιο της Ρέιμι. Έναν τίτλο ο οποίος αποτυπώνει με ευκρίνεια τη σφοδρότητα της επιθυμίας της ηρωίδας, αλλά και λειτουργεί ως ειρωνική υπόμνηση για τον αναγνώστη όταν η Ρέιμι μοιάζει να χάνει τον αρχικό της στόχο.