Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Λίνα Μουσιώνη, Η μεγάλη περιπέτεια του Φι και του Λι

Εικονογράφηση: Βανέσσα Ιωάννου, Ελληνοεκδοτική, Αθήνα 2014

 
 
 
 
Έγραφα την περασμένη εβδομάδα για την Birgitta Sif και τον ήρωα του πρώτου της βιβλίου, τον Όλιβερ, ένα εσωστρεφές αγόρι που αγνοεί πως κάπου μες στην πολύβουη πόλη που περιφέρει τη μοναξιά του υπάρχει κι ένα άλλο παιδί που εκτελεί τις ίδιες παράλληλες μοναχικές διαδρομές με αυτόν. Κι αναπόφευκτα μου ήρθαν στο μυαλό τα δυο βοτσαλάκια του τελευταίου βιβλίου της Λίνας Μουσιώνη, το ένα μαύρο και τ’ άλλο άσπρο, που, αν και κάτοικοι της ίδιας πολύβουης παραλίας, θ’ αργήσουν πολύ να γνωριστούν μεταξύ τους και ν’ αλλάξουν τις πρώτες τους κουβέντες. Οι συγκυρίες θα γίνουν αιτία να μοιραστούν μια μεγάλη θαλασσινή περιπέτεια που θα σφραγίσει τη φιλία τους. Πολύ αλλιώτικα μεταξύ τους, με διαφορετικές καταγωγές, άλλες αναφορές, διαμετρικά αντίθετες οπτικές, θα διαβάσουν αλλιώτικα τις κοινές τους εμπειρίες, ωστόσο μέσα από τη συνύπαρξή τους θα πετύχουν να συνθέσουν έναν ολωσδιόλου δικό τους τρόπο ανάγνωσης του κόσμου, εφευρίσκοντας κοινούς κώδικες επικοινωνίας που ξεπερνούν τις συμβάσεις και μετασχηματίζοντας την πραγματικότητα μέσα από την υπερβατική ματιά των συναισθημάτων. Ακόμα κι όταν χωριστούν αναγκαστικά, η επιθυμία τους για επικοινωνία θα επιστρατεύσει κάθε δυνατό κι αδύνατο μέσο –υλικά απ’ τον παραμυθένιο αλλά κι απ’ τον απτό κόσμο, ιδωμένο μέσα απ’ το φίλτρο της ποίησης και του ονείρου– για να αποκαταστήσει τη χαμένη επαφή.  

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που τα δυο βοτσαλάκια της υπερβαίνουν τη λογική και αλλάζουν τη χρήση των υλικών του κόσμου για να μπορέσουν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, έτσι και η συγγραφέας μετασχηματίζει ποιητικά τα υλικά της πραγματικότητας για να μετατρέψει μια συνηθισμένη παραλία σε μαγικό τοπίο, με ανέμους που ταξιδεύουν παιχνιδιάρικα ανάμεσα στους ανθρώπους, ψάθες-μαγικά χαλιά, φεγγαρακτίνες-τηλέγραφους, συναισθηματικές μπουρούδες, χρώματα και μυρωδιές που πάνε κι έρχονται μαζί με τις εποχές, τους ανθρώπους και τις διαθέσεις, προσδίδοντας μάλιστα στα άψυχα ένα συναισθηματικό βάθος και βάρος που λειτουργεί αντιστικτικά προς τις περαστικές, εφήμερες επιθυμίες των ανθρώπων που διασταυρώνονται μαζί τους, σ’ ένα κείμενο όπου η φαντασία ισορροπεί αρμονικά με την ανάλαφρη, κάποτε χιουμοριστική και αέναα αισιόδοξη διάθεση που ταιριάζει στο παιχνίδι δυο μικρών παιδιών.

Κι αν η υπερβατική ματιά μεταλλάσσει τον κόσμο σ’ ένα φιλόξενο μέρος που γεννά και, κυρίως, συντηρεί αυτή τη φιλία, η τέχνη είναι εκείνη που τελικά θα τη διαιωνίσει. Η τέχνη όχι ως κάτι γενικόλογο και αφηρημένο, αλλά ως δημιούργημα ενός ανθρώπου που, σαν τα δυο πολύπαθα, πολυταξιδεμένα βοτσαλάκια, πρόλαβε να γυρίσει τον κόσμο, να συλλέξει εμπειρίες κι αναμνήσεις, αισθήματα κι όνειρα και να τα αποθέσει όλα σε ένα έργο των χεριών του βασισμένο στην αρμονία των αντιθέτων. Με το άσπρο και το μαύρο για μιαν ακόμα φορά στον πυρήνα του, να σου κλείνουν πονηρά το μάτι θυμίζοντάς σου εκείνο τον τόσο διαφορετικό κι ωστόσο τόσο χαρακτηριστικά ασπρόμαυρο ζωγράφο.

Η εξαιρετική εικονογράφηση της Βανέσσας Ιωάννου δένει μοναδικά με το κείμενο, κατορθώνοντας σε ορισμένα σημεία να πάει ακόμα παραπέρα την ατμοσφαιρική διάθεσή του. Μια πανέμορφη ιστορία, όχι μονάχα για τη φιλία, αλλά και για το πέρασμα του χρόνου, την ομορφιά των μικρών πραγμάτων, τις πολλαπλές κι όχι πάντα ορατές διαστάσεις της πραγματικότητας. Ένα βιβλίο αισιόδοξο, ανθρώπινο και μαζί μαγικό, απ’ αυτά για τα οποία ό,τι κι αν πεις δε θα έχει κατορθώσει να χωρέσει, ή έστω να περιγράψει επαρκώς, την ευφορία που σου γέννησε η ανάγνωσή τους.

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Birgitta Sif, Η Εύη όλο χορεύει και χορεύει


Μετάφραση: Φίλιππος Μανδηλαράς, Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2014

 
Ανακάλυψα την Birgitta Sif πέρσι, μέσα από τις σελίδες του εκπληκτικού Όλιβερ. Και έπαθα, όπως και πολλοί άλλοι ανυποψίαστοι αναγνώστες της, φαντάζομαι, την πλάκα μου. Τόσα συναισθήματα κλεισμένα σε λιγοστές λέξεις. Τόση δράση στριμωγμένη σε ανεπιτήδευτες εικόνες σαν σκαριφήματα. Κι ο τρόπος που ο «διαφορετικός», ιδιαίτερος ήρωας του βιβλίου βρίσκει διέξοδο στη μοναξιά του σχεδόν υπαγορεύεται, μην πούμε επιβάλλεται, απ’ τον ακριβή συνδυασμό του λιτού κειμένου με την αθόρυβη κι ωστόσο ανατρεπτικά δραστική παρουσία της εικόνας.  

Φέτος η Sif μάς ξαναεπισκέπτεται με μιαν άλλη εσωστρεφή, μοναχική ηρωίδα. Είναι η Εύη που λατρεύει τον χορό. Έχει τον ρυθμό μέσα της. Κι ωστόσο, όταν αισθάνεται πως οι άλλοι τη βλέπουν να χορεύει, νιώθει τέτοια ντροπή ώστε φτάνει να εγκαταλείψει την αγαπημένη της ασχολία. Είναι όμως τόσο εύκολο να αφήσεις να χαθεί ό,τι περισσότερο αγαπάς; Το τραγούδι ενός μικρότερου κοριτσιού στο πάρκο θα ξυπνήσει ξανά στην Εύη την αγάπη για τον χορό, που πια θα συμπαρασύρει, εκτός απ’ την ίδια, κι όποιον βρίσκεται τριγύρω της.

Γι’ άλλη μια φορά η Birgitta Sif αφηγείται τόσο μέσα από τον λόγο της όσο και τις εικόνες της. Αλλά και πάλι η λειτουργία αυτών των δυο δεν είναι ταυτόσημη, καθώς οι δεύτερες συνυπάρχουν με τον πρώτο με τρόπο ειρωνικά αλληλοϋπονομευτικό: Αν οι λέξεις απηχούν τα συναισθήματα της ηρωίδας, η εικόνα και πάλι εμφανίζει μιαν άλλη, πολύ διαφορετική εκδοχή, αυτή της εξωτερικής πραγματικότητας. Για παράδειγμα, όσο κι αν, στις πρώτες σελίδες του κειμένου, η Εύη αισθάνεται ότι όλος ο κόσμος την παρακολουθεί όταν χορεύει κι αυτό της γεννά συστολή, η εικόνα τη διαψεύδει: οι άνθρωποι τριγύρω της μοιάζουν μάλλον απορροφημένοι ο καθένας στα δικά του, παρά επικεντρωμένοι στον χορό της. Αυτό στην πορεία αλλάζει. Καθώς η Εύη ξεπερνά την ντροπή της, η προσοχή κάποιων συγκεκριμένων, επιλεγμένων άλλων τείνει να γίνει, εκτός από πραγματική, και κινητήρια δύναμή της, που μετατρέπει το κέφι της για χορό σε μεταδοτική συνήθεια.

Η Sif, από το πουθενά, μέσα από εικόνες που και πάλι σου γεννούν την ψευδαίσθηση ότι δεν είναι άλλο από βιαστικά σκαριφήματα, κατορθώνει να χτίσει έναν μαγευτικό κόσμο, γεμάτο χρώμα, κίνηση, κέφι και αισιοδοξία. Η φύση συμμετέχει ενεργά στην ιστορία, με το σμήνος των πολύχρωμων πουλιών να συντροφεύουν παντού την Εύη, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη μεταστροφή της, σ’ ένα βιβλίο που θα πείσει κάθε ντροπαλό του κόσμου τούτου πως η ζωή παραείναι όμορφη για να σπαταληθεί στη μοναξιά ενός κλειστού δωματίου.   

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

W. E. Joyce, Τα φανταστικά ιπτάμενα βιβλία του κου Μόρρις Λέσμορ

Εικονογράφηση: William Joyce, Joe Bluhm, μετάφραση: Μαρία Τοπάλη, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2014




Ο κύριος Μόρρις Λέσμορ λατρεύει τις λέξεις, τις ιστορίες, τα βιβλία. Η ζωή του είναι το βιβλίο που γράφει ο ίδιος μέρα με τη μέρα. Μια μεγάλη φυσική καταστροφή γκρεμίζει το σπίτι του και σκορπάει τα βιβλία του στους πέντε ανέμους. Μαζί και τη ζωή του. Έπειτα από μέρες απελπισίας και απόγνωσης, τον επισκέπτεται ένα βιβλίο κυριολεκτικά εξ ουρανού και τον οδηγεί σε μια βιβλιοθήκη, όπου τα βιβλία φτερουγίζουν άτακτα αποζητώντας τη φροντίδα του. Η ζωή του μετατρέπεται σε μια καθημερινή περιπέτεια εξερεύνησης κι ανακάλυψης, φροντίδας και μοιρασιάς. Και μαζί δημιουργίας, αφού, όταν κοπάζουν οι ψίθυροι των άλλων βιβλίων, ο κύριος Μόρρις γράφει ακούραστα το δικό του, το βιβλίο της ζωής του. Κι όταν το τελευταίο αυτό κλείσει για πάντα, τα υπόλοιπα βιβλία της μεγάλης βιβλιοθήκης του θα βρουν μέσα του καταγραμμένη όλη την ιστορία, τους φόβους και τα όνειρα του συγγραφέα του. Που κι αυτά με τη σειρά τους θα βρουν σ’ ένα μικρό παιδί τον πρώτο τους αναγνώστη.

Ένα εικονογραφημένο βιβλίο για τη ζωή που μοιάζει με ιστορία κλεισμένη στις σελίδες ενός βιβλίου. Αλλά κι η ιστορία ενός ανθρώπου που αγάπησε κι έζησε μια ολόκληρη ζωή μαζί με τα βιβλία. Ένας φόρος τιμής στο βιβλιοθηκάριο, αλλά και σε κάθε βιβλιόφιλο. Δοσμένο με ποιητική διάθεση κι ευαισθησία, με πλήθος διακειμενικές αναφορές (με κυρίαρχη αυτή στο Μάγο του Οζ), υπέροχες εικόνες (το μάτσο με τα ιπτάμενα βιβλία-μπαλόνια), ισχυρή δόση αυτοαναφορικότητας, και, πάνω απ’ όλα, με την πανταχού παρούσα, μοναδική ικανότητα των βιβλίων όχι μονάχα να λειτουργούν ιαματικά για τις πληγές των ανθρώπων, αλλά και να τους χαρίζουν συναρπαστικά ταξίδια ανακάλυψης του κόσμου κι αυτογνωσίας. Η ζωή γίνεται ιστορία κλεισμένη σ’ ένα βιβλίο, όχι με τρόπο στατικό, ακαδημαϊκό, συμβολικό, αλλά ως ζωντανή πραγματικότητα, ως μια διαρκής περιπέτεια περιπλάνησης και αφήματος στη μαγεία του μυστικού και αόρατου για τους πολλούς. Κι αν το τέλος αυτής της μοναδικής περιπέτειας είναι προδιαγεγραμμένο κι αναπόδραστο, το βιβλίο της ζωής μας είναι αυτό που μένει πίσω να θυμίζει κάτι απ’ το πέρασμά μας σ’ αυτό τον κόσμο, διαιωνίζοντας ταυτόχρονα την αέναη χαρά της ανάγνωσης.

Η εικονογράφηση αποτυπώνει ατμοσφαιρικά την περιπέτεια της ζωής του κύριου Μόρρις, παίζοντας με την παρουσία-απουσία χρώματος, παντρεύοντας αβίαστα ρεαλιστική απόδοση και τολμηρή φαντασία, διαγράφοντας με συναισθηματική ένταση το πέρασμα του χρόνου, ζουμάροντας σε σελίδες και γραμματοσειρές στην απόπειρά της να ακολουθήσει τη βουτιά του κεντρικού ήρωα στον κόσμο του βιβλίου.

Ευτυχής ο κύριος Μόρρις Λέσμορ. Όχι μονάχα γιατί του έλαχε να ζήσει παρέα με τόσα και τόσα βιβλία, και να απαλύνει έτσι τις πληγές της πρότερης ζωής του, αλλά και γιατί του δόθηκε το δώρο να διαιωνίσει την ύπαρξή του μέσα σ’ αυτό το μοναδικής ακρίβειας αποστακτήριο συναισθημάτων, σκέψεων και ονείρων που είναι η λογοτεχνία. Αυτή που κατορθώνει να μεταμορφώνει την ασχήμια σε ομορφιά, το αμείλικτο πέρασμα του χρόνου σε άφθαρτη στιγμή, τον ασήμαντο εαυτό σε ιδανική αφαίρεση. Ποιος άραγε από μας δε θα ‘θελε να ’χει τη σπάνια τύχη του;

 Κι επειδή η ιστορία του κύριου Μόρρις Λέσμορ και των φανταστικών ιπτάμενων βιβλίων του έχει ειπωθεί εξαιρετικά και σε μια ταινία βραβευμένη με Όσκαρ, δείτε κι αυτό:΅