Μετάφραση: Πετρούλα Γαβριηλίδου, Εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα 2014
Όταν ο Άλφι Σάμερφιλντ κλείνει τα πέντε του χρόνια, ο πατέρας του
φεύγει για να πολεμήσει στον Πρώτο Μεγάλο Πόλεμο του 20ού αιώνα. Ο μικρός, ωριμάζοντας
απότομα μέσα σε μια δύσκολη κοινωνική και οικογενειακή πραγματικότητα, θα
βρεθεί στο διάβα του χρόνου να δουλεύει κρυφά από τη μητέρα του ως λούστρος στον σιδηροδρομικό
σταθμό του Κινγκς Κρος στο Λονδίνο. Κι όταν τα ίχνη του πατέρα του χαθούν
ανεξήγητα, μια δέσμη χαρτιά που πέφτει τυχαία στο πάτωμα του σταθμού από έναν
στρατιωτικό γιατρό θα τον οδηγήσει σε ένα εφιαλτικό όσο κι αποκαλυπτικό ταξίδι στο
αλλόκοτο μέρος όπου ο πατέρας του εκτελεί τη «μυστική αποστολή του».
Ύστερα από το συγκλονιστικό Αγόρι με τη ριγέ πιτζάμα, στο οποίο ο Τζον Μπόιν ανέδειξε όλη τη φρίκη και τον
παραλογισμό των ναζιστικών στρατοπέδων εξόντωσης, ο συγγραφέας στο βιβλίο του
αυτό επιλέγει να ταξιδέψει τους αναγνώστες του στη δεύτερη δεκαετία του 20ού
αιώνα, ανιχνεύοντας μέσα από την οπτική ενός μικρού παιδιού μια από τις λιγότερο
γνωστές πτυχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τις συνέπειες που επέφεραν στο
νευρικό σύστημα των στρατιωτών οι συνεχείς βομβαρδισμοί. Παράλληλα με το
κομβικό αυτό θέμα, μέσα από την καθημερινότητα του Άλφι, διαφαίνονται οι δύσκολες
συνθήκες διαβίωσης στη διάρκεια του πολέμου, ο κοινωνικός στιγματισμός «ύποπτων
ξένων» και αντιρρησιών συνείδησης, ο διαφορετικός τρόπος αντιμετώπισης του πολέμου
από εκπροσώπους διαφορετικών κοινωνικών τάξεων, η διαρκής αγωνία για την τύχη συγγενών,
γειτόνων και φίλων που βρίσκονται στο μέτωπο. Ακόμα κι αν προς στιγμήν η
αναφορά σε πρόσωπα και καταστάσεις σε κάνει να υποπτευθείς ότι ο συγγραφέας,
περαστικός ων από αυτά, υποπίπτει στην περιπτωσιολογία, ωστόσο τα πάντα μέσα στο Μείνε εκεί που είσαι και μετά φύγε είναι
τόσο λίγο τυχαία όσο κι οι τίτλοι των κεφαλαίων του – που παραπέμπουν όλοι σε
τραγούδια τα οποία λέγονταν στην Αγγλία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κι αυτή
είναι η μαγεία του συγκεκριμένου βιβλίου – το ότι ο Μπόιν με τρόπο
αβίαστο και χαλαρό στήνει μια πλοκή όπου κάθε πρόσωπο, κάθε φαινομενικά τυχαίο
συμβάν αποδεικνύεται κομβικό για την υπόθεση. Θα σταθώ εδώ μόνο στην επιλογή
του σταθμού του Κινγκς Κρος ως χώρου εργασίας του ήρωα – μια επιλογή
που όχι μόνο του επιτρέπει να μάθει για την τύχη του πατέρα του και να τον
προσεγγίσει με σχετική ευκολία, αλλά αποδεικνύεται καταλυτικής σημασίας και για
τη λύση της πλοκής.
Το ξαναντάμωμα του αναγνώστη με αρκετά από τα πρόσωπα της ιστορίας στο
τέλος της, το οποίο σε πρώτη ανάγνωση δεν απέχει από αυτό που θα
λέγαμε ευτυχές, τον φέρνει αντιμέτωπο με τη γλυκόπικρη διαπίστωση ότι η ζωή ύστερα
από έναν πόλεμο, είτε ξαναβρεί κάποιους απ’ τους παλιούς
ρυθμούς είτε ανακαλύψει καινούριους δρόμους, είτε φέρει στην επιφάνεια νέες προσωπικές αλήθειες είτε φωτίσει κάτω από άλλο πρίσμα παλιά αισθήματα, πάντως ποτέ μα ποτέ δε θα είναι ίδια με πριν. Όπως
ίδιοι δε θα είναι κι οι άνθρωποι κι ο κόσμος που τους περιβάλλει. Και
μόνο γι’ αυτό, το Μείνε εκεί που είσαι και
μετά φύγε αξίζει να διαβαστεί όχι μονάχα από μικρούς αλλά κι από μεγάλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου